"Παροιμίες"
Άκουσε γέρου συμβουλή και παθημένου γνώμη
Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας.
Άλλοι σπέρνουν, άλλοι θερίζουν.
Αλλού με τρίβεις δέσποτα κι αλλού έχω εγώ το πόνο.
Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάν' οι κότες. Άμα δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, πάει το βουνό στο Μωάμεθ.
Αμα δεν αστράψει, δε βροντά.
Αμα έχεις τέτοιους φίλους τι τους θέλεις τους εχθρούς.
Αμα δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει.
Αμα έχεις νύχια ξύνεσαι.
Άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο.
Από μικρό και από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια.
Από την πόλη έρχομαι και στην κορυφή κανέλα.
Από αγκάθι βγαίνει ρόδο κι από ρόδο βγαίνει αγκάθι
Άρμεγε λαγούς και κούρευε χελώνες.
Άσπρος ήλιος, μαύρη ημέρα.
Άφησε το γάμο και πάει για πουρνάρια.
Βάλανε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα.
Βασιλικός κι αν μαραθεί τη μυρωδιά την έχει.
Βόϊδι πήγε, αγελάδα γύρισε.
Γιάννης πίνειι, Γιάννης κερνάει.
Γουρούνι στο σακί.
Δε φοβάται το βουνό από τα χιόνια.
Δείξε μου το φίλο σου να σου πω ποιος είσαι.
Δυό γάιδαροι μαλώνανε σε ξένη αχυρώνα.
Δυο καρπούζια δεν χωράν σε μια μασχάλη
Δώσε θάρρος στον χωριάτη να σου ανέβει στο κρεβάτι.
Εγώ το λέω στον σκύλο μου κι ο σκύλος στην ουρά του.
Είδε ο τρελός το μεθυσμένο και φοβήθηκε.
Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.
Έκαψα την καλύβα μου να μη με τρων οι ψύλλοι.
Έκλασε η νύφη, σχόλασε ο γάμος.
Έλα παππού να σου δείξω τ΄ αμπελοχώραφά σου.
Ένας κούκος δε φέρνει την Άνοιξη.
Εκεί που είσαι ήμουνα και δω που είμαι θα ' ρθεις.
Έφτασε ο κόμπος στο χτένι.
Έχασε τ' αυγά και πασχάλια.
Έχω πολλά ράμματα για τη γούνα σου.
Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι.
Ζήτω που καήκαμε
Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει.
Η γριά κότα έχει το ζουμί.
Η γυναίκα και ο καφές θέλουν ψήσιμο
Η καλή η μέρα από το πρωί φαίνεται.
Η καλή νοικοκυρά, είναι δούλα και κυρά.
Η πολύ δουλειά τρώει τον αφέντη.
Η τιμή τιμή δεν έχει και χαρά στον που την έχει.
Η τέχνη θέλει μάστορη κι η φάβα θέλει λάδι.
Θέλω ν' αγιάσω κι ο διάβολος δεν μ' αφήνει.
Θρέψε λύκο το χειμώνα, να σε φάει το καλοκαίρι.
Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται.
Κάθε πράγμα στο καιρό του και ο κολιός τον Αύγουστο
Και την πίτα ολόκληρη και το σκυλί χορτάτο.
Καινούργιο κοσκινάκι μου, και που να σε κρεμάσω.
Κακό σκυλί ψόφο δεν έχει.
Κάλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε.
Κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά το όνομα.
Κάλλιο αργά παρά ποτέ.
Κοντός ψαλμός, αλληλούια.
Κάλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρι.
Καλομελέτα και έρχεται.
Κάνε παιδί να δεις προκοπή.
Κάνει την τρίχα τριχιά.
Κάποιο λάκκο έχει η φάβα.
Κι ο Άγιος φοβέρα θέλει.
Κλαίν' οι χήρες, κλαίν' κι οι παντρεμένες.
Κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά.
Κράτα τα με να σε κρατώ να ανεβούμε το βουνό.
Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.
Λείπει η γάτα χορεύουν τα ποντίκια.
Μάζευε κι ας είναι ρώγες.
Μάτια που δεν βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται.
Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης..
Με το νου πλουταίν' η κόρη, με τον ύπνο η ακαμάτρα.
Μην παίζεις με τη φωτιά.
Μια στο καρφί και μια στο πέταλο.
Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη τρεις και τον τσακώσανε.
Μπάτε σκύλιά, αλέστε.
Μου 'ψησες το ψάρι στα χείλη.
Μπρος τα κάλλη τι είν' ο πόνος.
Ν' άκουγε ο Θεός τον κόρακα, όλοι οι γάιδαροι θα ψοφούσαν.
Νηστικό αρκούδι δε χορεύει.
Ο γέρος ή από πέσιμο ή από χέσιμο θα πάει.
Ο χορτάτος τον πεινασμένο δεν τον πιστεύει.
Ο πνιγμένος απ' τα μαλλιά του πιάνεται.
Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται.
Ο καλός ο καπετάνιος στην φουρτούνα φαίνεται.
Ο καλός ο μύλος τ' αλέθει όλα.
Ο κόσμος το 'χει τούμπανο και εμείς κρυφό καμάρι.
Ο νηστικός καρβέλια ονειρεύεται.
Ο κλέφτης και ο ψεύτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται..
Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε
την κεφαλή του.
Ο βήχας κι ο παράς δεν κρύβονται.
Ο παπάς πρώτα βλογάει τα γένια του.
Ο τρελός είδε το μεθυσμένο και φοβήθηκε.
Ο Φλεβάρης και αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα θυμίσει μα σαν τύχει και
θυμώσει μες στα χιόνια θα μας χώσει.
Ο ύπνος θρέφει τα μωρά κι ο ήλιος τα μοσχάρια.
Όλα τα είχε η Μαριωρή ο φερετζές της έλειπε.
Όλα τα γουρούνια μία μύτη έχουνε.
Όλα τα πουλιά πάν' κι έρχονται κι ο σπουργίτης μένει.
Όλοι αντάμα κι ψωριάρης χώρια.
Όποιος μπαίνει στο χορό, χορεύει.
Όμοιος τον όμοιο κι η κοπριά στα λάχανα.
'Οπως έστρωσες θα κοιμηθείς.
Όποιος δεν έχει μυαλό έχει ποδάρια.
Όποιος φτύνει κατά πάνω φτύνει τα μούτρα του.
Όποιος βαριέται να ζυμώσει πέντε ημέρες κοσκινίζει.
Όποιος σκάβει το λάκκο τ' αλλουνού, πέφτει ο ίδιος μέσα.
Όποιος νύχτα περπατεί λάσπες και σκατά πατεί.
Όποιος έχει τα γένια έχει και τα χτένια.
Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες.
Όπου λαλούν πολλά κοκόρια αργεί να ξημερώσει
Όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά.
Όπου ακούς πολλά κεράσια κράτα μικρό καλάθι.
Όπου φτωχός κι η μοίρα του.
Όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος.
Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
Ότι φάμε, ότι πιούμε κι ότι αρπάξει ο κώλος μας.
Οταν τρωμε δεν μιλάμε.
Ότι γυαλίζει δεν είναι χρυσός.
Ότι έσπειρες θα θερίσεις.
Ούτε ψύλλος στον κόρφο του.
Ούτε κότες έχω ούτε με την αλουπού μαλώνω.
Παίνεψε το σπίτι σου μην πέσει και σε πλακώσει.
Παπά παιδί διαβόλου εγγόνι.
Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο.
Πέντε μήνες έναν κόμπο, ένα μήνα πέντε κόμπους.
Πέρσι κάηκε, φέτος μύρισε.
Πες μου το φίλο σου να σου πω ποιος είσαι.
Πήγε μακριά η βαλίτσα.
Πήγε σαν το σκυλί στ' αμπέλι.
Πιάσ' τ' αυγό και κούρεψ' το.
Πιάστηκε σαν τον ποντικό στη φάκα.
Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.
Που πας ξιπόλητος στ' αγκάθια;
Ποσ' απίδια πιάνει ο σάκος;
Ρωτώντας παν στη πόλη.
Σ' εσένα το λέω πεθερά, για να τ' ακούσει η νύφη.
. Σαν την καλαμιά στον κάμπο.
Σε σάπιο σανίδι μην πατάς.
Σιγά μη στάξει η ουρά του γαϊδάρου.
Σκυλί που γαβγίζει μην το φοβάσαι.
Σόι πάει το βασίλειο.
Στερνή μου γνώση να σ' είχα πρώτα.
Στη βράση κολλάει το σίδηρο.
Στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι.
Στην γειτονιά τριαντάφυλλο και μεσ' το σπίτι αγκάθι.
Στις εννιά του μακαρίτη, άλλος μπήκε μες' το σπίτι..
Στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα.
Σπίτι μου σπιτάκι μου και φτωχό καλυβάκι μου.
Συνηθισμένα τα βουνά από τα χιόνια.
Της νύχτας τα καμώματα τα βλέπει η μέρα και γελά.
Τι έχεις Γιάννη; Τι είχα πάντα.
Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω.
Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι.
Το ράσο δεν κάνει τον παπά.
Τι έχεις γέρο που χορεύεις; Δε μ' αφήνουν τα δαιμόνια.
Το έξυπνο πουλί από τη μύτη πιάνεται.
Το κοτόπουλο και η γυναίκα θέλουν χέρι.
Το σιγανό ποτάμι να φοβάσαι.
Τον χορεύει στο ταψί.
Το καλό το παλικάρι ξέρει και άλλο μονοπάτι.
Το καλό το σύκο το τρώει η κουρούνα.
Το φτηνό το κρέας τα σκυλιά το τρώνε.
Το ποτάμι δε γυρίζει πίσω.
Το αίμα νερό δε γίνεται.
Το μάτι σπάει την πέτρα.
Το γινάτι βγάζει μάτι.
Το 'να χέρι νίβει το άλλο, και τα δυο το πρόσωπο.
Το πολύ το κύριε ελέησον το βαριέται και ο Θεός.
Το στραβό το ξύλο η φωτιά το σιάζει.
Το χρήμα και ο βήχας δεν κρύβονται.
Το ψάρι από το κεφάλι βρωμάει.
Τον ξεδιάντροπο φτύνανε κι έλεγε ψιχαλίζει.
Τον έπιασαν στα πράσα.
Του έβαλε τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι.
Του παιδιού μου το παιδί, είναι δυό φορές παιδί μου.
Του χαρίζανε ένα γάιδαρο και τον κοίταγε στα δόντια.
Του ΄ταζε λαγούς με πετραχήλια.
Του χάριζαν έναν γάιδαρο και αυτός τον κοίταζε στα δόντια.
Τρεις λαλούν και δυο χορεύουν.
Τρεις το λάδι, τρεις το ξίδι, έξι το λαδόξιδο.
Τρέμει σαν το φύλλο.
Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν.
Φαει κουμπάρε ελιές, καλό είν' και το χαβιάρι.
Φαίνεται το έχει η κούτρα σου ψείρες να κατεβάζεις.
Φασούλι τo φασούλι γεμίζει το σακούλι.
Φέξε μου και γλίστρησα.
Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό το Γιάννη.
Φύλαγε τα ρούχα να έχεις τα μισά.
Φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης.
Χωριό που φαίνεται κολαούζο δεν θέλει.
Χέσε ψηλά και αγνάντευε.
Ψάχνει ψύλλους στ' άχυρα.
Ψωμί δεν έχουμε τυρί ζητάμε.
Comments
Post a Comment